user_mobilelogo

Γυμνό

  •     Ο Marcel Duchamp (1887-1968) δημιούργησε το Γυμνό που κατεβαίνει τη σκάλα, αρ.2, το 1912. Ήταν ήδη γνωστός κυβιστής ζωγράφος και επρόκειτο να το παρουσιάσει στο ετήσιο Σαλόνι των Ανεξαρτήτων.

        Αφετηρία του έργου ήταν ένα σχέδιο του Duchamp με ένα γυμνό που κατεβαίνει τη σκάλα για ένα ποίημα του Jules Laforgue. Ο  ίδιος θα πει αργότερα: “… Άρχισα να σκέφτομαι ότι θα ήταν πιο εκφραστικό αν το παρουσίαζα να κατεβαίνει. Πιο μαγευτικό … όπως γίνεται στις αίθουσες συναυλιών […] Ένας πίνακας είναι αναγκαστικά συνδυασμός δύο ή περισσότερων χρωμάτων πάνω σε μία επιφάνεια. Σκόπιμα περιόρισα το γυμνό … στις αποχρώσεις του ξύλου έτσι που να μην μπορεί να προκύψει θέμα ζωγραφικής per se”[1].

  •      Ο Γιάννης Ψυχοπαίδης γεννήθηκε το 1945 στην Αθήνα. Σπούδασε χαρακτική με υποτροφία στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας (1963-1968) και εν συνεχεία πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στη ζωγραφική (1970-1976) στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου. Έζησε και εργάστηκε στο Βερολίνο και τις Βρυξέλλες μέχρι το 1994, οπότε και εξελέγη τακτικός καθηγητής στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας.

         Η φωτογραφική αισθητική επηρέασε το έργο του Ψυχοπαίδη, ιδιαίτερα στα πλαίσια μιας στρατευμένης τέχνης, την εποχή της Δικτατορίας. Ως ιδρυτικό μέλος της ομάδας των Νέων Ελλήνων Ρεαλιστών, αλλά και αργότερα, έδωσε πολλά τέτοια δείγματα δουλειάς και συνέχισε τους πειραματισμούς του, επηρεασμένος από τη φωτογραφία και τις μεθόδους της. Στο έργο του με τίτλο Τρεις σημειώσεις της ιστορίας της τέχνης, του 1976, ενσωματώνει ένα αυτούσιο απόσπασμα ασπρόμαυρου φιλμ στη σύνθεσή του, με στόχο να δώσει και πάλι έμφαση στη βία και στο τρόπο που προβάλλονται σκηνές επίκαιρων γεγονότων από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.

  •     Τον 16ο αιώνα, η εκκλησία, με αφορμή την εξάπλωση της Μεταρρύθμισης, αναγκάστηκε να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις της. Με νέα μέσα επιβολής, τη δραστηριοποίηση της Ιεράς Εξέτασης, το Τάγμα των Ιησουϊτών, αλλά και την τέχνη, η παπική εξουσία περνά στην αντεπίθεση με γνώμονα τις αρχές της Αντιμεταρρύθμισης και την επικράτηση μιας γενικής ανελευθερίας.

        Η θρησκευτική θεματολογία εμπλουτίστηκε. Εκτός από τα γνωστά και στο παρελθόν επεισόδια της Καινής και της Παλαιάς Διαθήκης, συναντάμε θέματα που αναφέρονται στη λατρεία των μαρτύρων της πίστεως, σε μυστήρια της εκκλησίας και σε μυστικιστικά οράματα. Επίσης η θρησκευτική τέχνη του Μπαρόκ, προωθώντας στο μεγαλύτερο μέρος της το Ρωμαιοκαθολικό δόγμα, δίνει πληθώρα έργων που αναφέρονται στην αντίθετη προς τον Προτεσταντισμό, Άμωμη Σύλληψη της Παναγίας[1]. Από την άλλη πλευρά, η απεικόνιση θεμάτων άσεμνων, αιρετικών ή άσχετων ως προς το σκοπό της συμμετοχής των πιστών στη πίστη και την ευλάβεια, απαγορεύτηκε.

  •    Ο μύθος παρείχε από την περίοδο της Αναγέννησης και του Μανιερισμού, την ευκαιρία στους καλλιτέχνες να αποδώσουν το γυμνό ανθρώπινο σώμα, επικαλούμενοι την ύπαρξη κάποιου βαθύτερου νοήματος με ηθικοπλαστικό, διδακτικό χαρακτήρα. ‘Έγινε ένα σύμβολο γνώσης, όχημα των καλλιτεχνών προς την απελευθέρωση των ιδεών και της φαντασίας. Μιας φαντασίας αντίπαλης της προόδου της επιστήμης και του ανερχόμενου θετικισμού, η οποία παρότι τελικά λειτούργησε συχνά προς όφελος της εκκλησίας, εξέφραζε τις αντιλήψεις της νέας αστικής κοινωνίας. Οι ηρωίδες του μύθου επελέγησαν, από τους καλλιτέχνες του Μπαρόκ, τόσο για να απεικονίσουν τη φυσική ομορφιά, όσο και για να διδάξουν μέσα από την απεικόνιση συγκεκριμένων επεισοδίων, την ορθή απονομή δικαιοσύνης και άλλες αρετές, όπως η σύνεση, η πίστη, η σωφροσύνη κλπ.

  •    “H Αφροδίτη μπροστά στον καθρέφτη” είναι το μοναδικό γυμνό του Ισπανού ζωγράφου Diego Velazquez (1599-1660) το οποίο σώζεται μέχρι τις μέρες μας. Απεικονίζει τη θεά του έρωτα, της ομορφιάς και της άνοιξης ξαπλωμένη στο κρεβάτι της, με την πλάτη στον θεατή. Χωρίς τα στολίδια ή τα λουλούδια τα οποία συνήθως την συνοδεύουν, απλή και παραδόξως μελαχρινή, η Αφροδίτη παρουσιάζεται, σαν ένα κοινό μοντέλο, μία σύγχρονη γυναίκα της εποχής. Το στοιχείο που την διαφοροποιεί από μία καθημερινή γυναίκα, είναι φυσικά η παρουσία του μικρού Έρωτα, του φτερωτού θεού και συνοδού της. Φορώντας μόνο μια κορδέλα, χωρίς τα βέλη και τη φαρέτρα του, χωρίς το μαντήλι στα μάτια που υποδηλώνει συχνά σε παραστάσεις την τυφλότητά του, ο Έρωτας κρατά έναν καθρέφτη μέσα από τον οποίο η θεά μας κοιτά. Ο καθρέφτης, διαχρονικό σύμβολο της αυτοαναφορικότητας, της γυναικείας αυταρέσκειας, ή ακόμη και ματαιοδοξίας αποτελεί σημαντικό εργαλείο στα χέρια των ζωγράφων, όχι απλώς ως σύμβολο των παραπάνω, αλλά ως μέσο σύνδεσης με τον θεατή και ένα «παράθυρο» στην τρίτη διάσταση.