user_mobilelogo

Benjamin

  •    Το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, επιστήμονες και καλλιτέχνες συνέβαλαν στην περαιτέρω εξέλιξη της φωτογραφίας. Από την άκαμπτη, "αρχαϊκή" εποχή της εφεύρεσής της πέρασε στην κλασική εποχή της καθιέρωσης, τόσο ως αυτόνομης μορφής έκφρασης, όσο και ως μοχλού πίεσης των εξελίξεων στο χώρο της τέχνης γενικότερα.

       Όλη αυτή την αλλαγή που επέφερε η εφεύρεση της φωτογραφίας με τις κοινωνικές και καλλιτεχνικές χρήσεις της, συνοψίστηκαν από τον Γερμανό θεωρητικό και φιλόσοφο Walter Benjamin το 1936, στο δοκίμιό του με τίτλο: Το έργο τέχνης στην εποχή της τεχνικής αναπαραγωγιμότητάς του (The work of art in the age of mechanical reproduction). Όπως αναφέρει ο Benjamin στην αρχή του δοκιμίου του: “με τη φωτογραφία το χέρι αποδεσμεύτηκε για πρώτη φορά στην ιστορία της εικονογραφικής αναπαραγωγής απ’ τα σπουδαιότερα καλλιτεχνικά καθήκοντα, που τώρα πια περιέρχονται στο μάτι που κοιτάζει μέσα στον αντικειμενικό φακό. Μια και το μάτι συλλαμβάνει ταχύτερα απ’ όσο ζωγραφίζει το χέρι, η διαδικασία της εικονογραφικής αναπαραγωγής επιταχύνθηκε τόσο αφάνταστα, που μπορούσε πια να συμβαδίζει με την ομιλία”[1].

  •         Τις κρίσιμες δεκαετίες του ’60 κα του ’70 παρατηρείται μία καθοριστική στροφή στην θεωρητική σκέψη και στην καλλιτεχνική δημιουργία - η μετάβαση από την εποχή του μοντέρνου σε αυτήν του μεταμοντέρνου. Η φωτογραφία έγινε σαφής ένδειξη μεταμοντερνικότητας και ως προς τις χρήσεις της από τις σύγχρονες μορφές τέχνης και ως θεωρητικό πλέον αντικείμενο.  

           Για τον Γερμανό στοχαστή του Mεσοπολέμου, Walter Benjamin, η φωτογραφία ήταν το σύμπτωμα μιας κοσμοϊστορικής αλλαγής στο καθεστώς της τέχνης. Ήταν αυτή που συνέβαλε στην οριστική απώλεια της αίγλης (aura) σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής και του πολιτισμού, αναγκάζοντας την τέχνη να αποτινάξει τον μοναδικό και αισθητικό χαρακτήρα της και να μεταμορφωθεί εξ ολοκλήρου, να δημιουργείται δηλαδή με γνώμονα την ίδια της την αναπαραγωγιμότητα. Η αναπαραγωγή έρχεται να αφομοιώσει την διαδικασία παραγωγής, να αλλάξει τις τελικότητές της και να μεταβάλει τη θέση (status) του προϊόντος και του παραγωγού της τέχνης. Η αποδομητική (deconstructive) αυτή θέση του Benjamin συμπεριλαμβάνει και την ίδια τη φωτογραφία, η οποία δεν συγκεντρώνει απλώς όλη αυτή τη δύναμη για έναν καθολικό επαναπροσδιορισμό της τέχνης, αλλά μεταμορφώνεται και η ίδια χάνοντας την αξία της ως μέσο, για να αναδυθεί ξανά ως θεωρητικό αυτή τη φορά αντικείμενο.

  •      Ήδη από τις απαρχές της, η φωτογραφία δεν παρουσιάστηκε απλώς ως μορφή τέχνης, αλλά έθεσε υπό αμφισβήτηση κάθε καθιερωμένο πλαίσιο αξιών και μεθόδων προσέγγισης στο χώρο της τέχνης και της αισθητικής. Αποδυνάμωσε την καθιερωμένη τέχνη, την παρουσίασε ως ξεπερασμένη και έτσι ισχυροποιήθηκε η ίδια, προτείνοντας νέα πεδία στην ανθρώπινη φιλοσοφία και σκέψη. Το έργο τέχνης έδειχνε να απομακρύνεται όλο και περισσότερο από το ιδεώδες του μοναδικού, πρωτότυπου αντικειμένου, φτιαγμένου από έναν μεμονωμένο καλλιτέχνη, ενώ η ζωγραφική ‘ζήλεψε’ πολλές από τις ιδιότητες των αναπαραγόμενων αντικειμένων. Από τη δεκαετία του ’60, το καλλιτεχνικό αντικείμενο συχνά παράγεται με σκοπό να φωτογραφηθεί, όπως προφητικά είχε υποστηρίξει ο Walter Benjamin, αναφερόμενος στην δύναμη της αναπαραγωγής του.