Ο Théodore Géricault (1791-1824) παρουσίασε το έργο του με τίτλο: Η σχεδία της φρεγάτας Μέδουσα, το 1819 στο ετήσιο Σαλόνι του Παρισιού. Εμπνέεται από ένα σύγχρονο γεγονός, που είχε συνταράξει την γαλλική κοινωνία.
Όλα ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 1816, όταν ένας μικρός στόλος εστάλη από το Rochefort της Γαλλίας στο λιμάνι Port-Louis της Σενεγάλης, προκειμένου να αναληφθεί η διακυβέρνηση της έως τότε αγγλικής αποικίας από τους Γάλλους. Μέρος του στολίσκου ήταν και η φρεγάτα Μέδουσα, με περίπου τετρακόσιους επιβάτες, μεταξύ των οποίων και 160 μέλη του πληρώματος. Ο ανυπόμονος και ριψοκίνδυνος καπετάνιος, λίγο μετά τον απόπλου, θέλησε να προσπεράσει τα άλλα πλοία, με αποτέλεσμα λόγω κακών χειρισμών η φρεγάτα να προσαράξει κάπου στην σημερινή Μαυριτανία. Μην μπορώντας να τραβήξουν το πλοίο πίσω στο νερό, αποφάσισαν να το εγκαταλείψουν χρησιμοποιώντας τις σωσίβιες λέμβους. Όμως δεν ήταν αρκετές και σκέφτηκαν να κατασκευάσουν μία μεγάλη σχεδία, προκειμένου να επιβιβαστούν σε αυτήν όσοι δεν χωρούσαν στις λέμβους και να την ρυμουλκήσουν ως την ακτή. Υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, μόλις η σχεδία απομακρύνθηκε από τη στεριά, κόπηκαν τα σχοινιά που την συνέδεαν με τις λέμβους… οι 147 επιβαίνοντες έμειναν αβοήθητοι στη θάλασσα.
Σύμφωνα με κάποιες πηγές, ήδη από την πρώτη νύχτα, δολοφονήθηκαν γύρω στους 20 επιβαίνοντες. Τρεις ημέρες μετά άρχισαν φαινόμενα κανιβαλισμού, ενώ την επόμενη μέρα είχαν μείνει ζωντανοί μόλις 67. Στις έξι μέρες έριξαν τους τραυματίες και τους αρρώστους στη θάλασσα. Ύστερα από μια οδύσσεια 13 ημερών, το μικρότερο πλοίο του στόλου, η Αργώ, περισυνέλλεξε τους λιγοστούς ετοιμοθάνατους επιζήσαντες στις 17 Ιουλίου του 1816. Σωτηρία βρήκαν μόνο 15 άτομα.
Η είδηση του τραγικού γεγονότος προκάλεσε φρίκη και αποτροπιασμό σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ξεκίνησε θύελλα αντιδράσεων στον πολιτικό κόσμο του Παρισιού. Οι ευθύνες βάρυναν τον ίδιο τον Βασιλιά Λουδοβίκο XVII, ο οποίος μετά την ήττα του Ναπολέοντα και την παλινόρθωση των Βουρβόνων, προέβη σε πληθώρα ρουσφετολογικών προσλήψεων και αναθέσεων. Ένας δικός του ευνοούμενος ήταν και ο καπετάνιος της Μέδουσας, ο Hugues Duroy de Chaumereys, ένας άπειρος κυβερνήτης που είχε να πλεύσει είκοσι χρόνια. Βέβαια, η ανάθεση της φρεγάτας στον εν λόγω καπετάνιο, ήταν ευθύνη του Υπουργείου Ναυτιλίας, όπως και ο έλεγχος της επάρκειας των σωστικών μέσων σε αυτήν.
Η διάσωση των λίγων και εκλεκτών, μεταξύ των οποίων και του Γάλλου κυβερνήτη της Σενεγάλης και της συζύγου του, με τις λέμβους και η εγκατάλειψη των υπολοίπων στο έλεος της φύσης μαζί με τις αναμενόμενες συνέπειες, ενέτεινε την κοινωνική κατακραυγή για την αναξιοπιστία των κυβερνώντων. Ολόκληρη η Γαλλία είχε ταυτιστεί με την σχεδία της Μέδουσας. Κυριαρχεί η αίσθηση του θυμού και της αδικίας για την ατιμωρησία των υπευθύνων.
Ο Géricault, συντετριμμένος από την είδηση, θέτει πρωταρχικό του στόχο να αφιερώσει ένα έργο μνημειακών διαστάσεων, έναν φόρο τιμής στα θύματα και τους ήρωες αυτής της ανείπωτης τραγωδίας. Συγκεντρώνει ειδησεογραφικό υλικό, βρίσκει στοιχεία για τους επιζώντες, επικοινωνεί μαζί τους και μαθαίνει για την εμπειρία τους. Μάλιστα τρεις από τις μορφές του έργου του έχουν τα προσωπογραφικά χαρακτηριστικά επιβαινόντων στη σχεδία.
Εγκαταλείπει το Παρίσι και απομονώνεται στο εργαστήριο του για δύο και πλέον χρόνια προκειμένου να ολοκληρώσει το μεγαλεπήβολο έργο του. Φτιάχνει πολλά προπαρασκευαστικά σχέδια, μέχρι να καταλήξει στην τελική σύνθεση και πειραματίζεται για να βρει τις στάσεις και τις εκφράσεις των μορφών. Μάλιστα, μελέτησε από κοντά πτώματα για να εντρυφήσει στην ανατομία των νεκρών επάνω στη σχεδία. Μια μακάβρια ιστορία αναφέρει πως κράτησε το κεφάλι ενός νεκρού στο εργαστήριο του για δύο ολόκληρες εβδομάδες, ώστε όχι μόνο να το σχεδιάσει, αλλά και να μελετήσει την διαδικασία της σήψης. Στη σύνθεση κυριαρχούν δύο διαφορετικής κλίμακας, αλληλοεπικαλυπτόμενες πυραμίδες με κορυφές το άνω μέρος του καταρτιού και το ορθωμένο χέρι του νεαρού, που γνέφει για βοήθεια δεξιά. Οι στριμωγμένες μορφές, σε ποικιλία στάσεων και εκφράσεων, εντείνουν την δραματική ατμόσφαιρα.
Στο κάτω μέρος της σύνθεσης, κυριαρχούν η αγωνία, ο φόβος, η απελπισία και η παραίτηση. Τόσο δεξιά όσο και αριστερά, στα δύο άκρα στο προσκήνιο, ο Géricault απεικονίζει δύο νεκρούς με τα άνω ή τα κάτω άκρα στο νερό. Ο ένας αριστερά κρατιέται επάνω στη σχεδία, από τον απελπισμένο πατέρα, το χέρι του οποίου είναι δεμένο με έναν επίδεσμο… προσπάθησαν, άραγε, οι υπόλοιπο να αρπάξουν το πτώμα για να επιβιώσουν; Δίπλα του, στο χείλος της σχεδίας, κείτεται ακόμη ένα πτώμα ακρωτηριασμένο από τη μέση και κάτω… Πίσω του ένα άλλος άνδρας σφίγγει το πρόσωπο με τα χέρια του, μην μπορώντας να αντέξει την φρίκη τριγύρω.
Τον ζόφο, ωστόσο, αυτής της πυραμίδας του θανάτου αντιμάχεται η άλλη πυραμίδα, αυτή της ελπίδας, με τους επιζώντες να γνέφουν σε ένα πλοίο μακριά, το οποίο μόλις που διακρίνεται. Όλοι οι άξονες τις σύνθεσης, όλα τα βλέμματα συγκεντρώνονται στην μορφή του έγχρωμου νεαρού που προσπαθεί να ισορροπήσει επάνω στο βαρέλι με τα λιγοστά εφόδια. Οι μορφές τριγύρω σηκώνουν τα χέρια με όλες τους τις δυνάμεις, τον στηρίζουν να ανέβει έστω λίγο πιο ψηλά, μήπως γίνουν ορατοί από το πλοίο.
Η χρωματική κλίμακα, στους τόνους του καφέ, του γκρι και της ώχρας, περιορίζεται από τον Géricault για να εντείνει την αίσθηση του δράματος, του μαρτυρίου… και της αποκτήνωσης στην οποία έφτασαν οι επιζήσαντες. Τριγύρω τους η θάλασσα, ανταριασμένη, έτοιμη να τους καταπιεί, ενώ ο ορίζοντας και το φως μεταφέρονται ψηλότερα για να τονίσουν τον εγκλωβισμό και την αίσθηση αδιεξόδου.
Ο Géricault αποδίδει τις μορφές επάνω στη σχεδία γυμνασμένες και ρωμαλέες. Δεν θέλει να παρουσιάσει τους ήρωες αυτούς ως εξαθλιωμένους ανθρωποφάγους. Μάλιστα, ενώ η δουλεία και η «εισαγωγή» σκλάβων από τις αποικίες ακόμη μεσουρανεί, εξαίρει έναν έγχρωμο ως πρωταγωνιστή για την σωτηρία. Ως γνήσιος και πρωτοπόρος ρομαντικός, με μία πράξη επαναστατική στηρίζει τον αγώνα... εδώ για την επιβίωση, αλλά μαζί με αυτήν, τον αγώνα για ελευθερία.
Στην πραγματικότητα η Αργώ έσωσε τους περιπλανώμενους από τύχη, μια μέρα ηλιόλουστη. Κανείς δεν έδωσε εντολή να τους αναζητήσουν… Η υποδοχή του έργου ήταν αμφίρροπη. Κάποιοι το χαρακτήρισαν αποκρουστικό, χυδαίο, έναν σωρό από πτώματα. Κάποιοι, όμως, στάθηκαν στο πλευρό του καλλιτέχνη και εξήραν το ταλέντο του, το σθένος του να δημιουργήσει ένα έργο μαρτυρία, να αναδείξει το μεγαλείο του ανθρώπου μέσα στην καταστροφή. Διότι ο Géricault, ως πεμπτουσία του ρομαντικού καλλιτέχνη, δεν επέλεξε απλώς ένα ιστορικό θέμα για να περιληφθεί στους συμμετέχοντες στο ετήσιο Σαλόνι, αλλά επέλεξε ένα σύγχρονο γεγονός με αφορμή το οποίο ασκεί κριτική στην ασυδοσία, στην διαφθορά, στην κοινωνική ανισότητα και την καταπίεση.
Info
Théodore Géricault
"Η σχεδία της φρεγάτας Μέδουσα", π. 1818-1819.
Λάδι σε μουσαμά, 491 x 716 εκ.
Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι.